1834- 2019 Αθήνα
Πριν 185 χρόνια ...
Στις 18 Σεπτεμβρίου του 1834 ο Όθωνας, μετά από παρότρυνση του πατέρα του, Λουδοβίκου, ο οποίος λάτρευε την αρχαία Ελλάδα, αποφάσισε ότι νέα πρωτεύουσα της Ελλάδας θα γινόταν η Αθήνα. Τον τίτλο διεκδικούσαν κι άλλες πόλεις όπως το Άργος, η Κόρινθος, ο Πειραιάς, αλλά καθώς η Αθήνα συνδεόταν περισσότερο με την αρχαιότητα, κέρδισε τη μάχη της πρωτεύουσας. Η πόλη ανακηρύχθηκε σε «Βασιλική καθέδρα και πρωτεύουσα» και οι κάτοικοι που δεν ξεπερνούσαν τις 7.000, γιόρτασαν το γεγονός.... (1)
Κάθε άλλο παρά έτοιμη έδειχνε η Αθήνα το 1834 για αναλάβει τον ηγεμονικό ρόλο της πρώτης πόλης του κράτους. Έχοντας χάσει προ πολλού την αίγλη της αρχαίας εποχής και με νωπά τα «σημάδια» από τις μάχες που διεξήχθησαν στο έδαφός της, η Αθήνα αποτελούσε μία μικρή κωμόπολη (ή μάλλον, ένα... μεγάλο χωριό) που αριθμούσε μόλις 10 χιλιάδες κατοίκους και περίπου 170 κατοικίες και κατεστραμμένα κτήρια. Συγκριτικά, την ίδια εποχή, ο πληθυσμός της Πάτρας ανερχόταν σε 15 χιλιάδες κατοίκους, ενώ της Θεσσαλονίκης σε 60. Η Αθήνα εκτεινόταν γύρω από την Ακρόπολη (περίπου από του Ψυρρή έως του Μακρυγιάννη), έχοντας ως κέντρο της την περιοχή της Πλάκας (την Παλιά Πόλη). Από τα μεγάλα προβλήματα της νέας πρωτεύουσας ήταν η έλλειψη συστήματος ύδρευσης (νερό έπαιρναν από τις πηγές), καθώς και η ανυπαρξία δημόσιου φωτισμού και συγκοινωνιών, ενώ υπήρχε παντελής έλλειψη υπηρεσιών ή άλλων κοινωνικών αγαθών. Ο Οθωνας ανέθεσε την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Αθήνας στον Ελληνα αρχιτέκτονα Κλεάνθη και στους Βαυαρούς Schubert και Leo von Klenze με αυστηρή εντολή να μη θιγούν οι αρχαιολογικοί χώροι. Για την προστασία των αρχαιοτήτων, ο Όθων εξέδωσε διάταγμα που απαγόρευε την κατασκευή ασβεστοκαμίνων σε απόσταση 2.500 μέτρων από αρχαιοελληνικά λείψανα, ώστε να μη φθαρούν οι αρχαιότητες! Μέσα σε τέσσερα χρόνια κτίσθηκαν στην Αθήνα γύρω στις 1.000 κατοικίες, πολλές αυθαίρετες και «κακώς οικοδομημένας, χθαμαλάς, πενιχράς εξωτερικής και εσωτερικής όψεως, άνευ ακρογωνιαίων λίθων, άνευ σχεδίων, συνεσφιγμένας περί στενάς, ανωμάλους και ακαθάρτους οδούς» όπως αφηγούνται οι μαρτυρίες της εποχής. Αλλά και ο βαρόνος Κωνσταντίνος Μπέλλιος που ήλθε από την Βιέννη, σημείωνε: «Τα σπίτια των Αθηνών, όπερ εις διάστημα ολίγου καιρού έγιναν, εκατασκευάσθησαν με βίαν και άκραν οικονομίαν, με λάσπας και ξύλα και με ασβέστην ασπρισμένα...χωρίς να σκεφθούν οι ανόητοι ότι μήτε πέντε χρόνους δεν θέλουν διατηρηθή, πρέπει να γκρεμισθούν, ότι τα τείχη των μόλις 5 δακτύλων χόντρους έχουν». Το γκρέμισμα των αυθαιρέτων Ο Όθων απαγόρευσε τη λατόμηση στους λόφους Νυμφών (Αστεροσκοπείου), Αγχέστου (Στρέφη), Φιλοπάππου και Λυκαβηττού, εξέδωσε διατάγματα με αυστηρή εντολή να κατεδαφίζεται αμέσως κάθε αυθαίρετο που κτίζεται πλησίον των αρχαιοτήτων, ενώ διέταξε να γκρεμιστούν άμεσα όσα κτίστηκαν στις παρυφές της Ακροπόλεως. Εξαιτίας των αυθαιρέτων, ο Όθων έχασε τη δημοτικότητά του στις φτωχές μάζες, αλλά επέμενε να εκδίδει και άλλα διατάγματα. Στα επόμενα χρόνια, η Αθήνα αποτέλεσε τον πόλο έλξης για τους Έλληνες, που έφταναν από όλα τα μέρη της χώρας. Μοιραία, το 1896, στην έναρξη των πρώτων, σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, η πρωτεύουσα είχε αλλάξει ριζικά την όψη της, έχει επεκταθεί χωρικά, αριθμούσε περίπου 140 χιλ. κατοίκους και αποτελούσε το εμπορικό και πνευματικό κέντρο της χώρας. (2)
Η Αθήνα το 1935
Το 1856, ο πληθυσμός είχε φτάσει τους 30.000 κατοίκους και το 1889 ξεπέρασε τους 107.000. Νέες συνοικίες σχηματίζονταν από τους νέους κατοίκους χωρίς σχέδια και χωρίς πρόγραμμα. Οι 125.000 από τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, που κατέλυσαν σ’ αυτήν, έκαναν την κατάσταση να επιβαρυνθεί. Προστέθηκαν οι κάτοικοι των χωριών, που συνέρεαν κατά χιλιάδες, καθώς η ανάπτυξη της βιομηχανίας ζητούσε νέα χέρια, η συγκέντρωση όλων των υπηρεσιών στην πρωτεύουσα οδηγούσε την επαρχία σε μαρασμό και οι άνθρωποι αναζητούσαν καλύτερες συνθήκες ζωής: εκπαίδευση, ψυχαγωγία, ανέσεις κ.λπ. Ήταν το μεγάλο ρεύμα της αστυφιλίας, όπως το ονόμασαν. Ταυτόχρονα, ο οικοδομικός οργασμός της δεκαετίας του ’60, όταν η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή έδωσε την άδεια να κτισθούν πολυώροφες πολυκατοικίες ακόμα και στους πιο στενούς δρόμους, οδήγησε στη δημιουργία της τσιμεντούπολης, όπως κατάντησε τελικά η άλλοτε όμορφη πόλη. Ένα από τα πρώτα προβλήματα ήταν το ότι στη νέα πρωτεύουσα δεν υπήρχε σύστημα ύδρευσης. Νερό έπαιρναν από τις βρύσες και τις πηγές που υπήρχαν. Στα 1834, θυμήθηκαν το αρχαίο Αδριάνειο υδραγωγείο, που λειτουργούσε ως το 1730. Το επισκεύασαν και το ξαναχρησιμοποίησαν. Εκεί, συγκεντρώνονταν τα νερά της Πεντέλης και με έναν αγωγό που ξεπερνούσε τα 17,5 χλμ. έφταναν στη Δεξαμενή, στο Λυκαβηττό. Το 1925, η εταιρεία Ούλεν ανέλαβε να λύσει οριστικά το πρόβλημα με το φράγμα της λίμνης του Μαραθώνα, που εγκαινιάστηκε το 1931. Το 1977 εγκαινιάστηκε το έργο της λίμνης Υλίκης και το 1981 το φράγμα του Μόρνου. Τον χειμώνα του 1989 - 90 ξηρασία έπληξε τη χώρα. Τα αποθέματα άρχισαν να μειώνονται και ο κίνδυνος να μείνει η πρωτεύουσα χωρίς νερό ήταν μεγάλος. Το καλοκαίρι του 1990 πέρασε με συνεχείς εκκλήσεις για οικονομία και με απαγορεύσεις. Ο επόμενος χειμώνας έφερε βροχές και απομάκρυνε το φάσμα της λειψυδρίας. Υπήρχε αρκετό νερό για το καλοκαίρι του 1991. Αλλά το πρόβλημα παρέμενε καθώς η πρωτεύουσα χρειαζόταν κατά μέσο όρο 1.000.000 κυβικά νερό κάθε μέρα. Τα έργα από τις πηγές του Αναβάλου και η άφθονη βροχή των επόμενων χρόνων απομάκρυναν το φάσμα της λειψυδρίας. Η ΕΥΔΑΠ αισιοδοξεί για το μέλλον. Στη νέα πρωτεύουσα όμως, ούτε δημόσιος φωτισμός υπήρχε. Όταν ο ήλιος βασίλευε, η πόλη βυθιζόταν στο σκοτάδι. Στα σπίτια, είχαν τα λυχνάρια. Το 1835, ο δήμος έβαλε δεκαπέντε φανάρια με λάμπες λαδιού σε μερικά κεντρικά σημεία. Ως το 1850, τα φανάρια λαδιού είχαν φτάσει τα 200. Στη συνέχεια, τα αντικατέστησαν με φανάρια πετρελαίου κι από το 1862 με λάμπες φωταερίου. Οι λάμπες πετρελαίου καταργήθηκαν σταδιακά ως το 1873. Από το 1889, άρχισε ο ηλεκτροφωτισμός της πόλης αλλ’ ως το 1915 ήταν ελάχιστος. Το 1926, τον ηλεκτροφωτισμό ανέλαβε η ΗΕΑΠ (Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών Πειραιώς) που βελτίωσε τον σταθμό παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στο Νέο Φάληρο και δημιούργησε τον σταθμό στο Κερατσίνι. Αργότερα, ο σταθμός στο Νέο Φάληρο καταργήθηκε και η πόλη άρχισε να παίρνει ρεύμα από το Αλιβέρι της Εύβοιας. Το 1950, δημιουργήθηκε η ΔΕΗ (Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού) κι όλες οι εταιρείες παραγωγής ρεύματος (ανάμεσά τους και η ΗΕΑΠ) απορροφήθηκαν σ’ αυτήν. (3 )
Η Αθήνα σήμερα
Ποια θα είναι η πρωτεύουσα του αύριο;
Αστραία
ΠΗΓΕΣ
1. Μηχανή του Χρόνου
2. Η εφημερίδα
3. HistoryReport.gr
Πριν 185 χρόνια ...
Στις 18 Σεπτεμβρίου του 1834 ο Όθωνας, μετά από παρότρυνση του πατέρα του, Λουδοβίκου, ο οποίος λάτρευε την αρχαία Ελλάδα, αποφάσισε ότι νέα πρωτεύουσα της Ελλάδας θα γινόταν η Αθήνα. Τον τίτλο διεκδικούσαν κι άλλες πόλεις όπως το Άργος, η Κόρινθος, ο Πειραιάς, αλλά καθώς η Αθήνα συνδεόταν περισσότερο με την αρχαιότητα, κέρδισε τη μάχη της πρωτεύουσας. Η πόλη ανακηρύχθηκε σε «Βασιλική καθέδρα και πρωτεύουσα» και οι κάτοικοι που δεν ξεπερνούσαν τις 7.000, γιόρτασαν το γεγονός.... (1)
Κάθε άλλο παρά έτοιμη έδειχνε η Αθήνα το 1834 για αναλάβει τον ηγεμονικό ρόλο της πρώτης πόλης του κράτους. Έχοντας χάσει προ πολλού την αίγλη της αρχαίας εποχής και με νωπά τα «σημάδια» από τις μάχες που διεξήχθησαν στο έδαφός της, η Αθήνα αποτελούσε μία μικρή κωμόπολη (ή μάλλον, ένα... μεγάλο χωριό) που αριθμούσε μόλις 10 χιλιάδες κατοίκους και περίπου 170 κατοικίες και κατεστραμμένα κτήρια. Συγκριτικά, την ίδια εποχή, ο πληθυσμός της Πάτρας ανερχόταν σε 15 χιλιάδες κατοίκους, ενώ της Θεσσαλονίκης σε 60. Η Αθήνα εκτεινόταν γύρω από την Ακρόπολη (περίπου από του Ψυρρή έως του Μακρυγιάννη), έχοντας ως κέντρο της την περιοχή της Πλάκας (την Παλιά Πόλη). Από τα μεγάλα προβλήματα της νέας πρωτεύουσας ήταν η έλλειψη συστήματος ύδρευσης (νερό έπαιρναν από τις πηγές), καθώς και η ανυπαρξία δημόσιου φωτισμού και συγκοινωνιών, ενώ υπήρχε παντελής έλλειψη υπηρεσιών ή άλλων κοινωνικών αγαθών. Ο Οθωνας ανέθεσε την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Αθήνας στον Ελληνα αρχιτέκτονα Κλεάνθη και στους Βαυαρούς Schubert και Leo von Klenze με αυστηρή εντολή να μη θιγούν οι αρχαιολογικοί χώροι. Για την προστασία των αρχαιοτήτων, ο Όθων εξέδωσε διάταγμα που απαγόρευε την κατασκευή ασβεστοκαμίνων σε απόσταση 2.500 μέτρων από αρχαιοελληνικά λείψανα, ώστε να μη φθαρούν οι αρχαιότητες! Μέσα σε τέσσερα χρόνια κτίσθηκαν στην Αθήνα γύρω στις 1.000 κατοικίες, πολλές αυθαίρετες και «κακώς οικοδομημένας, χθαμαλάς, πενιχράς εξωτερικής και εσωτερικής όψεως, άνευ ακρογωνιαίων λίθων, άνευ σχεδίων, συνεσφιγμένας περί στενάς, ανωμάλους και ακαθάρτους οδούς» όπως αφηγούνται οι μαρτυρίες της εποχής. Αλλά και ο βαρόνος Κωνσταντίνος Μπέλλιος που ήλθε από την Βιέννη, σημείωνε: «Τα σπίτια των Αθηνών, όπερ εις διάστημα ολίγου καιρού έγιναν, εκατασκευάσθησαν με βίαν και άκραν οικονομίαν, με λάσπας και ξύλα και με ασβέστην ασπρισμένα...χωρίς να σκεφθούν οι ανόητοι ότι μήτε πέντε χρόνους δεν θέλουν διατηρηθή, πρέπει να γκρεμισθούν, ότι τα τείχη των μόλις 5 δακτύλων χόντρους έχουν». Το γκρέμισμα των αυθαιρέτων Ο Όθων απαγόρευσε τη λατόμηση στους λόφους Νυμφών (Αστεροσκοπείου), Αγχέστου (Στρέφη), Φιλοπάππου και Λυκαβηττού, εξέδωσε διατάγματα με αυστηρή εντολή να κατεδαφίζεται αμέσως κάθε αυθαίρετο που κτίζεται πλησίον των αρχαιοτήτων, ενώ διέταξε να γκρεμιστούν άμεσα όσα κτίστηκαν στις παρυφές της Ακροπόλεως. Εξαιτίας των αυθαιρέτων, ο Όθων έχασε τη δημοτικότητά του στις φτωχές μάζες, αλλά επέμενε να εκδίδει και άλλα διατάγματα. Στα επόμενα χρόνια, η Αθήνα αποτέλεσε τον πόλο έλξης για τους Έλληνες, που έφταναν από όλα τα μέρη της χώρας. Μοιραία, το 1896, στην έναρξη των πρώτων, σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, η πρωτεύουσα είχε αλλάξει ριζικά την όψη της, έχει επεκταθεί χωρικά, αριθμούσε περίπου 140 χιλ. κατοίκους και αποτελούσε το εμπορικό και πνευματικό κέντρο της χώρας. (2)
Το 1856, ο πληθυσμός είχε φτάσει τους 30.000 κατοίκους και το 1889 ξεπέρασε τους 107.000. Νέες συνοικίες σχηματίζονταν από τους νέους κατοίκους χωρίς σχέδια και χωρίς πρόγραμμα. Οι 125.000 από τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, που κατέλυσαν σ’ αυτήν, έκαναν την κατάσταση να επιβαρυνθεί. Προστέθηκαν οι κάτοικοι των χωριών, που συνέρεαν κατά χιλιάδες, καθώς η ανάπτυξη της βιομηχανίας ζητούσε νέα χέρια, η συγκέντρωση όλων των υπηρεσιών στην πρωτεύουσα οδηγούσε την επαρχία σε μαρασμό και οι άνθρωποι αναζητούσαν καλύτερες συνθήκες ζωής: εκπαίδευση, ψυχαγωγία, ανέσεις κ.λπ. Ήταν το μεγάλο ρεύμα της αστυφιλίας, όπως το ονόμασαν. Ταυτόχρονα, ο οικοδομικός οργασμός της δεκαετίας του ’60, όταν η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή έδωσε την άδεια να κτισθούν πολυώροφες πολυκατοικίες ακόμα και στους πιο στενούς δρόμους, οδήγησε στη δημιουργία της τσιμεντούπολης, όπως κατάντησε τελικά η άλλοτε όμορφη πόλη. Ένα από τα πρώτα προβλήματα ήταν το ότι στη νέα πρωτεύουσα δεν υπήρχε σύστημα ύδρευσης. Νερό έπαιρναν από τις βρύσες και τις πηγές που υπήρχαν. Στα 1834, θυμήθηκαν το αρχαίο Αδριάνειο υδραγωγείο, που λειτουργούσε ως το 1730. Το επισκεύασαν και το ξαναχρησιμοποίησαν. Εκεί, συγκεντρώνονταν τα νερά της Πεντέλης και με έναν αγωγό που ξεπερνούσε τα 17,5 χλμ. έφταναν στη Δεξαμενή, στο Λυκαβηττό. Το 1925, η εταιρεία Ούλεν ανέλαβε να λύσει οριστικά το πρόβλημα με το φράγμα της λίμνης του Μαραθώνα, που εγκαινιάστηκε το 1931. Το 1977 εγκαινιάστηκε το έργο της λίμνης Υλίκης και το 1981 το φράγμα του Μόρνου. Τον χειμώνα του 1989 - 90 ξηρασία έπληξε τη χώρα. Τα αποθέματα άρχισαν να μειώνονται και ο κίνδυνος να μείνει η πρωτεύουσα χωρίς νερό ήταν μεγάλος. Το καλοκαίρι του 1990 πέρασε με συνεχείς εκκλήσεις για οικονομία και με απαγορεύσεις. Ο επόμενος χειμώνας έφερε βροχές και απομάκρυνε το φάσμα της λειψυδρίας. Υπήρχε αρκετό νερό για το καλοκαίρι του 1991. Αλλά το πρόβλημα παρέμενε καθώς η πρωτεύουσα χρειαζόταν κατά μέσο όρο 1.000.000 κυβικά νερό κάθε μέρα. Τα έργα από τις πηγές του Αναβάλου και η άφθονη βροχή των επόμενων χρόνων απομάκρυναν το φάσμα της λειψυδρίας. Η ΕΥΔΑΠ αισιοδοξεί για το μέλλον. Στη νέα πρωτεύουσα όμως, ούτε δημόσιος φωτισμός υπήρχε. Όταν ο ήλιος βασίλευε, η πόλη βυθιζόταν στο σκοτάδι. Στα σπίτια, είχαν τα λυχνάρια. Το 1835, ο δήμος έβαλε δεκαπέντε φανάρια με λάμπες λαδιού σε μερικά κεντρικά σημεία. Ως το 1850, τα φανάρια λαδιού είχαν φτάσει τα 200. Στη συνέχεια, τα αντικατέστησαν με φανάρια πετρελαίου κι από το 1862 με λάμπες φωταερίου. Οι λάμπες πετρελαίου καταργήθηκαν σταδιακά ως το 1873. Από το 1889, άρχισε ο ηλεκτροφωτισμός της πόλης αλλ’ ως το 1915 ήταν ελάχιστος. Το 1926, τον ηλεκτροφωτισμό ανέλαβε η ΗΕΑΠ (Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών Πειραιώς) που βελτίωσε τον σταθμό παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στο Νέο Φάληρο και δημιούργησε τον σταθμό στο Κερατσίνι. Αργότερα, ο σταθμός στο Νέο Φάληρο καταργήθηκε και η πόλη άρχισε να παίρνει ρεύμα από το Αλιβέρι της Εύβοιας. Το 1950, δημιουργήθηκε η ΔΕΗ (Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού) κι όλες οι εταιρείες παραγωγής ρεύματος (ανάμεσά τους και η ΗΕΑΠ) απορροφήθηκαν σ’ αυτήν. (3 )
Η Αθήνα σήμερα
Ποια θα είναι η πρωτεύουσα του αύριο;
Αστραία
ΠΗΓΕΣ
1. Μηχανή του Χρόνου
2. Η εφημερίδα
3. HistoryReport.gr