Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2020

Ο πολιτισμικός τρομοκράτης 'Ομηρος


«Αυτό που τρομάζει τους ανθρώπους είναι αυτό που ξέρουν… για τον εαυτό τους » 
Κλιντ Ίστουγτ, πολιτικά ανορθόδοξος καλλιτέχνης και ηθοποιός

Η Οδύσσεια και οι «πολιτιστικοί πόλεμοι» της νέας εποχής

Πάνε είκοσι χρόνια από τότε που o Αμερικανός κλασικός φιλόλογος και ιστορικός Victor David Hanson) δοκίμασε εκ δεξιών (ως μέλος του Hoover Instirute) να υπερασπιστεί τον Όμηρο. Το βιβλίο του «Ποιος σκότωσε τον Όμηρο» (1998) κατήγγελλε λιγότερο τις γενικές αιτίες και περισσότερο την υποκρισία των μεγαλοκαθηγητών του αγγλοαμερικανικού ακαδημαϊκού κατεστημένου να επιμένουν να ψωμίζονται από τον Όμηρο χωρίς να πιστεύουν στον κόσμο του, ούτε να κάνουν την παραμικρή προσπάθεια να μεταφέρουν κάτι από εκείνον στη δική μας κοινωνία και εκπαίδευση.

Διάλογος πραγματικός δεν ακολούθησε. Η λίμνη κατάπιε την πετριά εκείνη, και επανήλθε η εξωτερική ηρεμία. Και τώρα γινόμαστε μάρτυρες του φαινομένου να εξορκίζουν με ηροστράτειο ζήλο άνθρωποι άγευστοι αρχαίας παιδείας την πολύτιμη πραμάτεια (η οποία στήριξε όχι μόνον την επανασύνδεση της τεχνολογικά καθυστερημένης Δύσης με την προηγμένη αρχαία τεχνολογία, δημιουργώντας τον 17ο αιώνα, τον αιώνα τη επιστήμης, αλλά και δύο σαρωτικά ανθρωπιστικά κινήματα) --χωρίς να βάζουν τίποτε άλλο στη θέση της.

Βρισκόμαστε μπροστά σε έναν πολιτιστικό πόλεμο εναντίον της Δύσης που διεξάγει εκ των έσω ένα κίνημα μηδενισμού. Θα χρειάζονταν πολλά να ειπωθούν για να γίνει κατανοητή η εκπαιδευτική ζημιά των ιδεολόγων και προβοκατόρων της διαβόητης και ψευδεπίγραφης «Critical Theory». Το επικίνδυνα πρωτοφανές μάλιστα είναι ο προσηλυτισμός στις ιδέες αυτές μελών του διδασκαλικού κόσμου. Από την άλλη μεριά, όμως, δεν είναι αδικαιολόγητη η διαπίστωση πρόσφατου βιβλίου αμερικανού κλασικού φιλολόγου ότι οι κλασικοί φιλόλογοι είναι οι μόνοι φιλόλογοι που δεν έχουν πάρει μέρος ως τώρα στους cultural wars της εποχής μας. Μήπως ήρθε ο καιρός της αφύπνισης ;

* Ο Ι. Ν. Καζάζης είναι Πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας
Περισσότερα εδώ

"Τίποτα δεν μπορεί να είναι πολιτικά ορθό όταν είναι ηθικά λάθος"
Έχει έλθει ο καιρός της αφύπνισης!

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

8. Ο Καιρός του Τόξου


Ο διαγωνισμός του τόξου
Η Ομηρική Πολιτεία προκηρύσσει τον  όγδοο  παγκόσμιο  διαδικτυακό διαγαλαξιακό  ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ ΤΟΥ ΤΟΞΟΥ,  αναδύοντος Ηλίου, ξημερώματα μιας όμορφης καινούργιας ημέρας ηριγένειας  Ηούς ,  1.000.000 χρόνια από την αρχή του μεγάλου  ταξιδιού του κομήτη  ISON για το ραντεβού του, τη συνάντηση  με το πρωταρχικό  κέντρο  του  και 2500 έτη από τη μάχη  των ΝΗΩΝ  της  Σαλαμίνας,  για το καλύτερο άρθρο με θέμα:
Τι συζητούν   η Αθηνά και ο Ζευς   στην ω ραψωδία της Οδύσσειας
 σαν φωτεινά αστέρια στον  ομηρικό ουρανό
Βραβείο για τον πρώτο νικητή:
Δύο βιβλία της Ομηρικής Πολιτείας
Οι Άθλοι του Ηρακλή
Οι Σταθμοί του Οδυσσέα

 Οργάνωση : Η Ομηρική Πολιτεία
Η αποστολή και η ανάρτηση  των άρθρων  μπορεί  γίνει από τις  21 Δεκεμβρίου 2020  μέχρι τις  21 Μαρτίου  του  2021. Τα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν στις 21 Ιουνίου του 2021.



  Η Ομηρική Πολιτεία των σύγχρονων Ομηρικών Επών, οι πολίτες της, τα μέλη της, οι φίλοι της και οι διαχειριστές της, οι συνδιαχειριστές της, σας εύχονται ημερόεσσα ψυχική σωματική και πνευματική υγεία υψηπετήεσσα  νοημοσύνη και, καλή επιτυχία.

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2020

Από τον Όμηρο στον Ιπποκράτη

 


Από τον πολεμιστή στον θεραπευτή


Ο Βρετανός ιστορικός Ρόμπιν Λέιν Φοξ και το θαυμαστό συγγραφικό ταξίδι του 
από τον Ομηρο μέχρι τον Ιππoκράτη

 Καθημερινή

Ο Ρόμπιν Λέιν Φοξ ομολογεί στον πρόλογό του πως είχε ολοκληρώσει τη συγγραφή του βιβλίου όταν ξέσπασε η παγκόσμια υγειονομική κρίση. Η ειρωνεία εδώ είναι το γεγονός ότι ο συγγραφέας εστιάζει στα πρώτα αρχαία κείμενα περί επιδημιών που προέρχονται από τη Θάσο: η έρευνα λοιπόν επικεντρώνεται στις μολυσματικές ασθένειες που ταλάνισαν τον κόσμο από αρχαιοτάτων χρόνων – με κορύφωση, τον μεγάλο λοιμό της Αθήνας. Σε αντίθεση με τη φιλοσοφία, γράφει ο Λέιν Φοξ, η ιατρική δεν αποτελούσε ελληνικό μονοπώλιο. Ομως, τον 5ο αιώνα π.Χ. οι Ελληνες ήταν που απέκτησαν συνειδητά μια νέα μέθοδο: άρχισαν να προσεγγίζουν την ιατρική με μια τεχνική δικής τους επινόησης θεμελιωμένη στον ορθό λόγο και στην παρατήρηση. Είναι με αυτή την έννοια που ο συγγραφέας μιλάει για «ελληνική επινόηση».

Πώς θα συνοψίζατε τη μετάβαση από τον Ομηρο στον Ιπποκράτη, όσον αφορά την ιατρική;
– Από την προσέγγιση της εκάστοτε νόσου με βάση την παρέμβαση και την τιμωρία από τους θεούς, περάσαμε σε μια προσέγγιση που εστίαζε σε φυσικά αίτια και με βάση την ορθολογική παρατήρηση.

Τι συνέβη λοιπόν στην Ελλάδα τον 5 π.Χ. αι.; Παρότι η ιατρική δεν ήταν κάτι άγνωστο, τόσο εντός όσο και εκτός του ελληνικού κόσμου, η ιατρική όπως τη γνωρίζουμε σήμερα ήταν εντέλει ελληνική επινόηση;
– Από το 550 π.Χ., οι Ελληνες φιλόσοφοι πρότειναν την αφηρημένη ιδέα της φύσης και ενός φυσικού κόσμου που φέρει μέσα του τους δικούς του νόμους. Ο άνθρωπος είναι, μαζί με το σώμα του, τμήμα αυτού του φυσικού κόσμου, άρα θα μπορούσε κάποιος πλέον να δώσει απαντήσεις γύρω από ερωτήματα πάνω στο σώμα του ανθρώπου με βάση τους φυσικούς νόμους και όχι επειδή είχε προηγηθεί κάποια τυχαία παρέμβαση θεού ή δαίμονα.

Στη συνέχεια, αυτή η αφηρημένη έννοια εξελίχθηκε σε μια τεχνική παρατήρησης ασθενειών, έτσι ώστε να προβλέπουν παρόμοιες στο μέλλον και να γνωρίζουν πώς κάθε ασθένεια εξελίσσεται.

Η α-σθένεια, ο ιός  και η ίασις  έχουν μια εξήγηση φυσική και λογική στην ελληνική σκέψη και νοητική

Όμηρος και Ησίοδος




Ο διαγωνισμός ποιητικής δεξιοσύνης μεταξύ τους


O Όμηρος και ο Ησίοδος μαλώνουν…
Από αγώνα σε αγώνα και από αγωνία σε αγωνία πορευόμαστε κάτι μήνες τώρα, με τις αλλεπάλληλες αθλητικές διοργανώσεις. Ίσως λοιπόν να μη θεωρηθεί εντελώς άστοχη η σκέψη να χρησιμοποιηθεί η ευκαιρία για να αναδρομήσουμε σε έναν άλλο αγώνα, ανάμεσα σε ποιητές αυτή τη φορά? 
και ποιους ποιητές: τους πατριάρχες, τον Ομηρο και τον Ησίοδο. 
Ενας θρύλος υπήρξε βέβαια ο αγώνας αυτός, μια χρήσιμη κατασκευή, και δεν συμπεριελήφθη ποτέ στο πρόγραμμα κάποιων Ολυμπιακών. Εντούτοις, ο εν λόγω ποιητικός ανταγωνισμός ιστορήθηκε λεπτομερώς, με τον σκοπό της τέρψης, της μόρφωσης και της διδαχής, σε κείμενα που η πρώτη πρώτη εμφάνισή τους, παρότι ανεξακρίβωτη ακόμα, ανάγεται, σύμφωνα τουλάχιστον με τον Βιλαμόβιτς, στην κλασική εποχή. O I. Θ. Κακριδής πάντως, σε δοκίμιό του για τον «Ομήρου και Ησιόδου αγώνα» (περιέχεται στο βιβλίο του «Ομηρικά θεματα», εκδ. Εστία, 1985), τονίζει ότι ο ίδιος «θα πήγαινε ίσως ακόμα πιο πίσω κι από τον 6ο αιώνα».


Ο αρχικός πυρήνας της συγγραφής δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί έτσι όπως καλύφθηκε κάτω από τις πάμπολλες προσθήκες που συνεχίστηκαν ώς τους αυτοκρατορικούς χρόνους, εξ ου και η ενδοκειμενική αναφορά στον Αδριανό. Οπως και να ‘χει, αυτό το λαϊκό ανάγνωσμα, που πρέπει να το χρησιμοποιούσαν και οι μαθητές της αρχαιότητας σαν διδακτικό βιβλίο, δεν πολυνοιάζεται για την ιστορική ακρίβεια, παρουσιάζει πάντως με τρόπο απολαυστικό έναν αγώνα – έναν αγώνα λόγων στη συγκεκριμένη περίπτωση, και όχι σωμάτων σε κάποιο στάδιο. Αντίπαλοι, οι δύο κορυφαίοι ποιητές και «λογοθέτες» και, στο βάθος, δύο μορφές ποίησης, η επική και η διδακτική. «Το έργο», υπογραμμίζει ο Αλμπιν Λέσκι στην «Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας», «γεννήθηκε από την ελληνική τάση για συγκριτική αξιολόγηση («σύγκρισις»)», αλλά και «από την παράδοση του εριστικού διαλόγου και του αγώνα-άμιλλας», όπως σωστά προσθέτει ο Paul Kroh στο «Λεξικό αρχαίων συγγραφέων, Ελλήνων και Λατίνων».

Θρύλοι

Ιστορία και θρύλοι συμπλέκονται αξεχώριστα στον «Αγώνα», που ξεκινάει πάντως με τα βιογραφικά των ανταγωνιζόμενων ποιητών. «O Ησίοδος απάλλαξε τους πάντες από τη φιλονικία, κατονομάζοντας την πατρίδα του», λέει ο άγνωστος συγγραφέας (που θα πρέπει πια να τον δούμε κάπως σαν συλλογικό), «για τον Ομηρο όμως οι πόλεις όλες και οι αποικίες τους ισχυρίζονται πως υπήρξε δικό τους γέννημα». Και για το όνομα του επικού ποιητή (Μέλης; Μελησιγένης; Αλτης; 
Κι αν ο Ομηρος ονομάστηκε έτσι επειδή ο πατέρας του δόθηκε όμηρος στους Πέρσες από τους Κύπριους ή επειδή οι Αιολείς έδιναν αυτό το όνομα σε όποιον είχε αναπηρία στα μάτια του;), αλλά και για τον πατέρα του, το ίδιο σκοτάδι. Ακόμα και ο Τηλέμαχος, ο γιος του Οδυσσέα, εμφανίζεται εδώ σαν πιθανός γεννήτορας του ποιητή. 
Μεταφράζω: «Ρώτησε την Πυθία ο αυτοκράτορας Αδριανός ποια η καταγωγή του Ομήρου και ποιος ο πατέρας του, κι εκείνη έδωσε τον εξής χρησμό σε εξάμετρους στίχους: «Ζητάς να μάθεις ποια η άγνωστη γενιά και ποια η πατρίδα / της αθάνατης σειρήνας. Στην Ιθάκη γεννήθηκε. / Πατέρας του ο Τηλέμαχος? μητέρα του του Νέστορα η κόρη, η Επικάστη?/ αυτή τον πιο σοφό γέννησε των ανθρώπων». 
Και πρέπει να τα πιστέψουμε τα λόγια ετούτα, να εμπιστευτούμε κι εκείνον που ζήτησε να μάθει κι εκείνη που του αποκρίθηκε. Κι ας μετρήσουμε με πόση μεγαλοφυΐα δόξασε τον προπάτορά του ο ποιητής μέσα από τα έπη». Σήμερα βέβαια στην ελεύθερη αγορά της φαντασίας κυκλοφορούν, χωρίς τα αναγκαία στηρίγματα, κι άλλες υποθέσεις, λόγου χάρη πως ο Ομηρος δεν ήταν άλλος από τον ίδιο τον Οδυσσέα. Κατά κάποιον τρόπο παραμένουμε όμηροι του ομηρικού ζητήματος.

Αλλά πώς έφτασαν να ανταγωνιστούν στην ποιητική δεξιοσύνη οι πρωτοκορυφαίοι; 
Ας το δούμε: «Τον καιρό εκείνο ο Γανύκτορας τελούσε επιτάφιους αγώνες προς τιμήν του πατέρα του του Αμφιδάμαντα, του βασιλιά της Εύβοιας, και προσκάλεσε τους πιο τρανούς άντρες, κι όχι μονάχα στη ρώμη και την ταχύτητα παρά και στη σοφία, με δέλεαρ μεγάλα δώρα. 
Από τύχη, λοιπόν, ο Ομηρος και ο Ησίοδος αντάμωσαν στη Χαλκίδα» κι έδωσαν εκεί «θαυμαστώς» τον αγώνα τον καλό. H αλήθεια είναι πως ο αγώνας αυτός στάθηκε κάπως μονόπλευρος, «παράξενος» όπως τον χαρακτηρίζει ο I. Θ. Κακριδής, που σημειώνει:
 «Εξω από τον τελευταίο γύρο οι αντίπαλοι δεν συναγωνίζονται. Είναι μόνο ο Ομηρος που αγωνίζεται με τη μεγάλη του φήμη, θα έλεγα. Γιατί ο Ησίοδος δεν κάνει άλλο από το να εξετάζει τον Ομηρο, με την ολοφάνερη επιθυμία να τον αποδείξει όχι και τόσο σπουδαίο ποιητή, και γι’ αυτό όλο και παλεύει να τον φέρει σε δύσκολη θέση με αυτά που τον ρωτάει και του ζητάει. Μα πού να τον πιάσει κανείς τον Ομηρο! Κι όσο περισσότερο η ετοιμότητα του μεγάλου ποιητή ενθουσιάζει τον κόσμο που τους παρακολουθεί ολόγυρα, τόσο μεγαλώνει κι η σκάση του Ησίοδου, τόσο και παλεύει να στριμώξει τον αντίπαλό του φέρνοντάς τον σε αδιέξοδο».

Ο Ομηρος λοιπόν, που φαίνεται να απολαμβάνει την «κόντρα», καλείται να αυτοσχεδιάσει ανταποκρινόμενος έμμετρα και χωρίς περιθώρια για πολλή σκέψη (προσουρεαλιστικός «αυτοματισμός»; Οχι ακριβώς) σε ερωτήματα του αντιπάλου, να δώσει λογική ποιητική συνέχεια σε καταφανώς παράλογα στιχουργικά εναύσματα του Ησίοδου (αυτό το παιγνίδι της συμπλήρωσης, της συν-συγγραφής, κάτι μας θυμίζει από τα περίφημα υπερρεαλιστικά παίγνια), κι ακόμα να απαντήσει σε λογιστικά προβλήματα, ας πούμε πόσοι Αχαιοί εξεστράτευσαν στην Τροία. «Πενήντα οι φωτιές, στην καθεμιά πενήντα σούβλες, / σε κάθε σούβλα τα σφαχτά πενήντα / και τρεις φορές τρακόσιοι Αχαιοί τριγύριζαν κάθε σφαχτό», αποκρίνεται, για να προκύψει έτσι ένα πλήθος απίστευτο.

Συνεπαρμένος ο λαός από τις αστραπιαίες αντιδράσεις του Ομήρου και από την ποιητική του οξύνοια, φωνάζει να του δοθεί ο στέφανος του νικητή. Μα ο βασιλιάς Πανήδης, αδελφός του νεκρού Αμφιδάμαντα και πρόεδρος καθώς φαίνεται της κριτικής επιτροπής, ζητάει από τους αμιλλωμένους να απαγγείλουν στίχους απο το έργο τους, «το κάλλιστον εκ των ιδίων ποιημάτων». 
O Ησίοδος απαγγέλλει στίχους από το «Εργα και Ημέραι» («Οταν η Πούλια ανατέλλει, του Ατλαντα η θυγατέρα, / το θερισμό ν’ αρχίζεις, και τ’ όργωμα όταν δύει…»), 
ο δε Ομηρος από τη ραψωδία της Ιλιάδας: «Παντάγερες γύρω απ’ τους δύο Αίαντες στήθηκαν οι φάλαγγες? / κι ο Αρης νά ‘ρχονταν κι η Αθηνά η στρατηλάτισσα, / δεν θα ‘βρισκαν ψεγάδι…».


Και πάλι θαύμασαν τον Ομηρο οι Ελληνες, και πάλι ζήτησαν να ανακηρυχτεί νικητής. Ομως -για να φανεί από μιας αρχής πόσο υποκειμενική είναι η κρίση και η σύγκριση και ποιος ο βαρύς ρόλος της εξουσίας- ο βασιλιάς αποφάσισε αλλιώς και, με πολιτική λογική και ειρηνιστικό πνεύμα (ό,τι παρατηρείται χονδρικώς και στην επιτροπή που απονέμει το Νόμπελ), στεφάνωσε τον Ησίοδο, «ειπών δίκαιον είναι τον επί γεωργίαν και ειρήνην προκαλούμενον νικάν, ου τον πολέμους και σφαγάς διεξιόντα».

Το αρχαίο κείμενο δεν τελειώνει με τη λήξη του αγώνα, αλλά παρακολουθεί τους δύο ποιητές στην έκτοτε τύχη τους και ώς τον θάνατό τους? 
σκοτωμένος πήγε ο Ησίοδος (τον φόνευσαν δυο παλικάρια για την τιμήν της διαφθαρείσης αδερφής τους), και ο Ομηρος από τη στενοχώρια του, γιατί δεν μπόρεσε να λύσει το τελευταίο αίνιγμα που του έθεσαν κάποιοι ψαράδες στην Ιο, όπως άλλωστε τον είχε προειδοποιήσει ένας χρησμός. 
Και όμως, τον άξιζε τον στέφανο του νικητή, ακόμα και με τα μεροληπτικά κριτήρια του βασιλιά. 
Γιατί όταν στο ξεκίνημα της αντιπαράθεσής τους τον ρώτησε ο Ησίοδος «τι θνητοίς κάλλιστον εν φρεσίν είναι», δεν θυμήθηκε τίποτε το επικό, δεν ύμνησε την ηρωική αρετή και τον δοξασμένο θάνατο παρά ιστόρησε μια πανωραία στιγμή του ειρηνικού ανθρώπινου βίου: «Οταν ευφραίνεται ο κόσμος όλος, / κι οι σύντροφοι στο σπίτι ακούνε τον τραγουδιστή, / στρωμένοι δίπλα δίπλα σε τραπέζια κατάφορτα ψωμί / και κρέας, κι αντλεί κρασί ο οινοχόος, / το φέρνει και γεμίζει τα ποτήρια, / αυτό, νομίζω, το γλυκύτερο για την ψυχή του ανθρώπου».

Όμηρος ο ηρωικός  φιλόσοφος  πολεμιστής 
Ησίοδος ο  έμμουσος  γεωργός  καλλιεργητής
Όμηρος και Ησίοδος οι δημιουργοί του έμφρονος ανθρώπου
της μετα ατλαντικής εποχής