Ξεκινήστε
Α. ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ
Μα, μια μέρα έλαμψε φως. Τη μέρα εκείνη στην Κηφισιά συναντήθηκα
μ' ένα νέο της ηλικίας μου που χωρίς διακοπή αγάπησα και τίμησα κι ήταν από
τους λίγους που η παρουσία του μου ήταν πιο ευχάριστη από την απουσία του. Ήταν
πολύ ωραίος, και το ‘ξερε:
ήταν μεγάλος λυρικός ποιητής, και το 'ξερέ: είχε γράψει ένα μεγάλο τραγούδι
θαμαστό, ποιητική ατμόσφαιρα, στίχος, γλώσσα, αρμονία μαγική, Δε χόρταινα να το
διαβάζω και να το χαίρομαι. Ήταν ο ποιητής ετούτος από το γένος των αϊτών: με
το πρώτο τίναγμα των φτερών του έφτανε στην κορυφή. Αργότερα, όταν θέλησε να
γράψει και πρόζα, είδα πως αληθινά ήταν αϊτός...όταν δεν πετούσε μα επιχειρούσε
να περπατήσει στη γης ήταν όπως ο αϊτός που περπατάει, βαρύς κι αδέξιος...το
στοιχείο του ήταν ο αέρας. Φτερά είχε, μυαλό στέρεο δεν είχε... έβλεπε μακριά
και θαμπά. Στοχάζονταν με εικόνες, κι οι ποιητικές παρομοιώσεις ήταν γι΄ αυτόν
ατράνταχτα λογικά επιχειρήματα., όταν μπερδεύουνταν σε συλλογισμούς, και δεν
μπορούσε να βρει άκρα, άστραφτε μέσα του μια λαμπερή εικόνα ή ξεσπούσε σε
τρανταχτό γέλιο και γλίτωνε.
Μα είχε αρχοντιά
μεγάλη, σπάνια χάρη κι ευγένεια, να τον έβλεπες να μιλάει και να λάμπει έξαλλο
το γαλάζιο μάτι του ή να τον άκουες ν΄ απαγγέλνει τραγούδια του και
να τραντάζουν τα τζάμια του σπιτιού, καταλάβαινες πως θα 'ταν οι αρχαίοι
ραψωδοί που, στεφανοψένοι με κληματόφυλλα ή μενεξέδες, γύριζαν από παλάτι σε
παλάτι και μέρωναν με το δικό τους τραγούδι τους ανθρώπους, που ήταν ακόμα
θεριά.Αληθινά, απ' την
πρώτη στιγμή που τον είδα, ένιωσα πως ο νέος αυτός τιμάει το ανθρώπινο γένος. Μ' αυτά τα λόγια
περιγράφει ο Καζαντζάκης το Σικελιανό στο έργο του Αναφορά στον Γκρέκο, πριν
την περιήγηση τους σ' όλη την Ελλάδα και στο Άγιο Όρος όπου « αναζητούν την
συνείδηση της γης και της φυλής τους».
Πενήντα χρόνια απουσίας από το θάνατο του Σικελιανού.(1884 Λευκάδα
- 1951 Αθήνα.) Πενήντα χρόνια στέρησης ενός από τους μεγαλύτερους ποιητές του
20ου αιώνα, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Γιος του Ιωάννη
Σικελιανού και της Χαρίκλειας, το γένος Στεφανίτη, ήταν το τελευταίο παιδί από
τα επτά αδέρφια του. Μεγαλώνει στο περιβάλλον μιας οικογένειας με αρχοντική
παράδοση και έντονα πολιτιστικά ενδιαφέροντα. Το 1901 εγγράφεται στη Νομική,
σχολή την οποία εγκαταλείπει την επόμενη χρονιά, για ν’ αφοσιωθεί στη μελέτη
της αρχαίας ποίησης .
Αρχίζει να
δημοσιεύει στίχους σε διάφορα φιλολογικά περιοδικά, τα οποία βέβαια δεν
προοιωνίζουν την κατοπινή του εξέλιξη.Το πρώτο του
πραγματικό ποιητικό φανέρωμα είναι το μεγάλο συνθετικό ποίημα ο Αλαφροΐσκιωτος.
Ο τίτλος του σημαίνει τον εμπνευσμένο άνθρωπο, που βλέπει οράματα. Αυτός ήταν ο
Σικελιανός, και ο Αλαφροΐσκιωτος μια λυρική αυτοβιογραφία του ποιητή. Ένα
ποίημα, όπου ξεχειλίζει η ομορφιά του κόσμου και του λόγου, όπου ο ποιητής
ταυτίζεται με τη φύση.
..........και λάτρεψα,
και στη λαχτάρα μου είπα:
«Βάλε το αυτί στα χώματα».
Και φάνει μου πως η καρδιά
Της γης βαριά αντιχτύπα.
Στον Αλαφροΐσκιωτο βρίσκονται διάσπαρτα όλα εκείνα τα στοιχεία που
πιο συστηματικά θα τα συναντήσουμε στο ώριμο ποιητικό του έργο, όπου ο
σφιχτοδεμένος λόγος οδηγεί σε βαθύτερη επικοινωνία με τη φύση και σε
καθολικότερη αγάπη για τον άνθρωπο. Οπωσδήποτε ο
Σικελιανός -και στη ζωή του και στην ποίηση του-ήταν ο άνθρωπος που από μακριά
σε πλησιάζει μ' ανοιχτή αγκαλιά. Κάθε ποίημα του, κάθε στίχος του είναι ένα άνοιγμα χεριών, άνοιγμα
καρδιάς ως το βάθος. Αργότερα, στα
έργα του Πρόλογος στη ζωή, Μήτηρ Θεού, Πάσχα των Ελλήνων, ο Σικελιανός
αποδεικνύεται ισάξιος του Παλαμά. Εδώ ο ποιητής
οικειώνεται τα μεγάλα σύμβολα της Ελληνικής παράδοσης ακολουθώντας την πορεία
του ηρακλείτειου ποταμού, που ανανεώνεται διαρκώς κι' όμως μένει ο ίδιος.
«Μες στον καταρράχτη των βαθιών μεταμορφώσεων
όπου ο εμπρηστής κι ο εραστής κι ο καρπιστής Ρυθμός
καλούν τον άνθρωπο»
Η ηρακλείτεια ενότητα των αντιθέσεων βρίσκεται κι' εδώ στο
υπόβαθρο της σκέψης του ποιητή, όπως δηλώνουν και τα ποικίλα σύμβολα που
συναντούμε: ο ρυθμός, ο λόγος, η πάλη, ο έρωτας
και ο θάνατος, η αρμονία. Είναι
μυστικιστής, κυρίως ορφικός και διονυσιακός, πράγμα που φαίνεται καθαρά στον
τρόπο ζωής του, στις ενοράσεις και στα ποιήματα του.
Γράφει ο Παλαμάς
στο ποίημα του με τίτλο:
ΣΤΟΝ ΑΓΓΕΛΟ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟ
Της μυγδαλιάς τολόανθο το κλωνάρι
Μες στο νυχτερινό μου το κελλί
Σε φως αυγερινό φεγγοβολεί,
Γραφή σου, Αλαφροΐσκιωτε Λυράρη
Των ανθών τα ματάκια-οιμέ στη χάρη
Μια αυγή τανοίγει, μια βραδιά τα κλίει.
Της τέχνης τάνθια από μαργαριτάρι
Που δύσκολα ο καιρός τα καταλεί.
Τις θείες γιορτές της Δήμητρας γιορτάζεις
Και ταπολλώνια δώρα τα μοιράζεις
Παντ' από την κορφή στο ηλιομεθύσι...
Μα μην καταφρονάς την αγορά
Παντού σπαρτά της μούσας τα ιερά,
Παντού για να' ναι το τραγούδι, βρύση.
Είναι φύση
ερωτική, αισθησιακή, παθιασμένη ευαίσθητη αλλά ταυτόχρονα ισορροπημένη και
αρμονική. Υμνεί τον Έλληνα και. την Ελληνικότητα γιατί πιστεύει πως κλείνουν
στους κόλπους τους την ενιαία παράδοση του ανθρώπου και την ενιαία ουσία του
κόσμου. Το 1907 γνωρίζει
και παντρεύεται την Εύα Πάλμερ, αμερικανίδα διανοούμενη και αρχαιολόγο. Η Εύα
παραστέκεται στον Σικελιανό πολύτροπα: ως σύζυγος, μητέρα του παιδιού του
Γλαύκου, συνταξιδιώτισσα και κυρίως σύμβουλος, χορηγός και αφοσιωμένη
συνεργάτιδα στην υλοποίηση των οραμάτων του, που είχαν και την ίδια συνεπάρει.
Τους ενώνουν
κοινά ενδιαφέροντα, ιδίως η πίστη στη λυτρωτική δύναμη της τέχνης, η γνώση της
μυθικής παράδοσης ( και η θέση της στην αρχαία τραγωδία ) και τέλος η επιδίωξη
συλλογής των στοιχείων που δηλώνουν την επιβίωση των πανάρχαιων θεσμών στη ζωή
των λαών.
Ο Σικελιανός σε
σειρά διαλέξεων στους φοιτητές αναπτύσσει την ιδέα της παγκόσμιας ελευθερίας
και την ανάγκη να εξασφαλιστεί η αδελφοσύνη των λαών. Διαπνέεται συνεχώς από την Δελφική ιδέα και για την πλήρη ανάπτυξη
της παραμένει μόνιμα από το 1925 στους Δελφούς, όπου εργάζεται πυρετωδώς με την
Εύα για την προετοιμασία των Δελφικών Εορτών, που είναι για αυτόν ο βασικός
παράγοντας στην υλοποίηση της Δελφικής ιδέας.
Η πραγματοποίηση
τους σημαίνει και το νέο ιστορικό ξεκίνημα για την ανάσταση, αναστήλωση και
συνειδητή αποκατάσταση του χθόνιου ανθρωπισμού, με σκοπό άμεσο να γίνουν οι
Δελφοί (παγκόσμιο ενωτικό κέντρο της ανθρωπότητας). Το Μάιο του 1927
πραγματοποιούνται οι Εορτές, που έχουν κύριο στόχο την αναζωπύρωση του αρχαίου
δράματος.
Παρουσιάζεται ο
Προμηθέας Δεσμώτης , Βυζαντινή μουσική, γυμνικοί αγώνες και άλλα- και το ζεύγος
Σικελιανού τιμάται από την Ακαδημία Αθηνών.Η Βουλή ψηφίζει ειδικό νόμο για την σύσταση Δελφικού Οργανισμού,
και ο Σικελιανός ταξιδεύει στο Παρίσι για την προώθηση των σκοπών του. Όμως, η Δελφική
προσπάθεια τελικά απέτυχε και οι εορτές κατέληξαν σε οικονομική καταστροφή. Η Εύα φεύγει στην
Αμερική με σκοπό την προβολή της Δελφικής ιδέας και των απόψεων τους, για την
νέα ερμηνεία της αρχαίας τραγωδίας, για την λαϊκή τέχνη, αλλά και για την
χρηματοδότηση το)ν σχετικών σχεδίων τους.
Ο προσωπικός βίος του Σικελιανού αλλάζει. Τον Μάρτιο του 1938 γνωρίζει
την Άννα Καραμάνη και δύο χρόνια αργότερα παντρεύονται. Αλλά ο Σικελιανός
δεν μένει αδιάφορος και προς τα προβλήματα του καιρού του. Μια σειρά ποιημάτων
του με τον τίτλο Επινίκιοι Β' είναι εμπνευσμένα από τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο
και από την αντίσταση του ελληνικού λαού κατά της γερμανικής κατοχής .
Τα περισσότερα
κυκλοφόρησαν μυστικά και αποτέλεσαν ένα είδος αντίστασης. Απ' αυτά ξεχωρίζει ο
ενθουσιαστικός -Σόλωνος απόλογος.Την τελευταία δεκαετία της ζωής του ο Σικελιανός στράφηκε προς την
συγγραφή τραγωδιών. Ήταν, βέβαια, η
στροφή αυτή φυσική για έναν άνθρωπο που έζησε τόσο εντατικά το πνεύμα της
αρχαίας τραγωδίας και πού ως πυρήνα της Δελφικής του προσπάθειας έθεσε την
διδασκαλία έργων του Αισχύλου.
Η πρώτη του ολοκληρωμένη τραγωδία, η Σίβυλλα, είναι γραμμένη λίγο
πριν το 1940, και ο ποιητής την διάβασε δημόσια λίγο πριν από την κήρυξη του
Ελληνοϊταλικού πολέμου. Στην τραγωδία συγκρούεται το ελληνικό πνεύμα με την
ρωμαϊκή δεσποτεία. Πιο τρανή δίψα
για την ελευθερία, που γίνεται ύμνος στο στόμα της Σίβυλλας, ίσως να μην είναι
άλλη απ' αυτή:
Κι α! Να τη, να τη
της Λευτεριάς η θάλασσα, π' ολοένα κυλάει τα σμάραγδα της, να τα, να
τα στις όχτες της, τις άφθαρτες τα ολόασπρα τρανά πουλιά,
που φτερουγάνε......
Όμως παρ' όλα αυτά:
Οι τραγωδίες δεν δείχνουν τον Σικελιανό στην κορύφωση του. Ο
γνήσιος Σικελιανός μένει πάντα λυρικός, με το λαμπρό ξεκίνημα του
Αλαφροΐσκιωτου, την κορύφωση της Μητέρας Θεού, και την ωριμότητα των ερωτικό)ν
και των ορφικών του.Το 1938.
σκοπεύοντας να εκδώσει τη συγκεντρωτική συλλογή του «Λυρικού Βίου» έγραψε ένα
ποίημα υψηλό και βαθύτατα εξομολογητικό, που είναι πραγματικά ένας άξιος
επίλογος του λυρικού βίου του .
«Γιατί βαθιά μου δόξασα και πίστεψα τη γη
και στη φυγή δεν άπλωσα τα μυστικά φτερά μου,
μα ολάκερον ερίζωσα το νου μου στη σιγή,
να που ότι στάθη εφήμερο, Σα σύγνεφο αναλώνει,
………………………………………………..
να πούμε κι ο μέγας θάνατος
μου γίνηκε αδερφός!......
Στις 19 Ιουνίου
του 1951 το βράδυ οι σάλπιγγες πού ήχησαν για τον Κωστή Παλαμά, ήχησαν και για
τον Άγγελο Σικελιανό. Πνευματικός
πρόγονος, κυρίαρχη μορφή μιας ολόκληρης εποχής ο ένας, ξεχωριστός λυρικός
ποιητής ο άλλος. Και δεν είναι ο λυρισμός του χαμηλού τόνου, ο τραγουδιστής της
ήρεμης ώρας, αλλά ο λυρικός λόγος στις πιο υψηλές συλλήψεις και στις αληθινά
εθνικές συνθέσεις: δείχνοντας έτσι την ακατάλυτη δύναμη της Ελληνικής
παράδοσης, την αδιάσπαστη ενότητα της και την παρουσία της σε κάθε εκδήλωση της
ζωής μας, σε μεγάλες και σε δύσκολες ώρες, σε ομαδικές και σε ατομικές
προσπάθειες.
Είμαι το πνεύμα , το πανάρχαιο Απολλώνιο πνεύμα που κατέβει πρώτο από τις χιονοσκέπαστες κορφές της Ιστορίας....ο Άρρην
Λόγος, ο όρθιος Δωρικός σκοπός, ο Πυθικός
προαιώνιος Νόμος.....Είμαι η αρχή της Ακτινοβολίας
, της Ευρυθμίας, της Πειθαρχίας, της Απλότητας, της βασικής κάθε αρχής και του
λαού Αυτονομίας, είμαι η αρχή της τέλειας Μνήμης. Είμαι το Γνώθι Σαυτόν, το
Μηδέν άγαν, είμαι η Χρυσή Τομή και η Τετρακτύς και ο Ακμών, είμαι το προμήνυμα
του νέου χορού του καθαρμού απάνω από το πτώμα του φιδιού, που θρέψαν στη
σπηλιά της γήινης ύλης, σκοτεινοί ληθαργημένοι αιώνες. Περιμένω πια την
πιο μεγάλη λύτρωση μου. Θέλω να σαρώσω με μια υπέρτατη αντίσταση, ότι μάταιο κι
ότι σάπιο, από το χώμα. Μη μου κλείνετε πια τα στήθη Σας, τη σκέψη Σας και την
ακοή Σας. Ξεκινήστε.
…………………………………………………………………………
Βοηθήστε με, να σας βοηθήσω.
Δεν μ' ακούτε; Ο βρυχηθμός μου έχει πια ωριμάσει μες στους
αιώνιες. Μην αργείτε. Ελάτε, ελάτε. Ως πότε πια να Σας κράζω;
(Απόσπασμα από το Δελφικό Λόγο)
Δελφοί, 1.8 Οκτωβρίου 1932
Λήδα , Αναστασία Χατζή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Όλα είναι δρόμος... αρκεί να είναι ένα μονοπάτι με καρδιά